"Rerum obscuritas, non verborum, facit ut non intellegatur oratio", είπε ο Κικέρων: η ασάφεια (ή, κυριολεκτικότερα, η σκοτεινότητα) των πραγμάτων, και όχι των λέξεων, κάνουν το λόγο ακατανόητο. Η φωνή του έρχεται από τα βάθη των αιώνων για να αποστομώσει όλους εκείνους που κατηγορούν τον Ευστάθιο Δαμίρα για μυστικοπάθεια, ερμητικά νοήματα και ασάφεια στον ποιητικό του λόγο.
Ομως, ο Λόγος του Ευστάθιου Δαμίρα είναι τόσο καθαρός, που δε μπορεί να σπιλωθεί από κανέναν. Τόσο καθαρός, που γίνεται αόρατος, τουλάχιστον για όσους φοβούνται να ανοίξουν τα μάτια της ψυχής και το εννοιακό τους αισθητήριο. Πώς να εξηγήσει κανείς σε ανθρώπους εγκλωβισμένους στα όρια των χθεσινών ποιητικών συμβάσεων, ότι το άφατο "κάτι" ,του οποίου ο Ευστάθιος Δαμίρας γίνεται κοινωνός περιδιαβαίνοντας τις σφαίρες των εννοιών, δε μπορεί να περιγραφεί σε δημοσιογραφικό ρεπορτάζ; Και ότι το προϊόν της κατάδυσής του στα σκοτεινά βάθη της τερατότητος δε θα μπορούσε, αν ήθελε να είναι ειλικρινής με τον εαυτό του και τον αναγνώστη, να είναι ένα καλοφωτισμένο ενσταντανέ με ευκρινή πρόσωπα και ορισμένο φόντο, παρά μόνο μια σύνθεση από σκιές σ' ένα ακόμη πιο μελανό Hintergrund;
Ωστόσο, μέσα σ' αυτό το ομιχλώδες έρεβος, το οξύ βλέμμα του Δαμίρα είναι σε θέση να διακρίνει κάθε τι, να ψηλαφήσει την ουσία του, να προσεγγίσει την αλήθεια του. Πλανώνται πλάνην οικτράν όσοι αποδίδουν στον Ευστάθιο Δαμίρα (θεωρώντας τον μάλιστα γι' αυτό το λόγο πρωτοπόρο!!) μια γκεσταλτική προσέγγιση της τερατότητος και του κόσμου εν γένει. Για τον ποιητή η ύπαρξη μιας και μοναδικής αλήθειας είναι δεδομένη, και το ερώτημα του Πόντιου Πιλάτου "Τι εστίν αλήθεια;" (Κατά Ιωάννην, κεφ. ΙΗ', στ.38) υφίσταται ως απλό ερώτημα μερικής αγνοίας, το οποίο μπορούμε και πρέπει να απαντήσουμε, χωρίς την υπονοούμενη αμφισβήτηση της αλήθειας ως έννοια. Ο Μπερκλεϋανός αφορισμός "esse est percipi" με τις επεξηγήσεις του, δηλαδή όλο το έργο των εμπειριστών, για το Δαμίρα δεν αποτελεί παρά μια δικαιολογία για άτολμα πνεύματα, που, ανίκανα να ανοίξουν τα φτερά τους και να περιπλανηθούν στις σφαίρες των ιδεών, μένουν βουτηγμένα στα θολά νερά του αγνωστικισμού, σ' ένα τέλμα όπου κάθε τους κίνηση τούς οδηγεί ακόμη πιο βαθειά...
"Non cuivis homini contigit adire Corinthum" - Oύ παντός πλείν είς Κόρινθον, όπως είπε και ο Οράτιος. Ο Ευστάθιος Δαμίρας, ο πρώτος τερατωδός, στην προσπάθειά του να προσεγγίσει το μυστήριον της Ungeheuerlichkeit, δεν εφείσθη κόπων και θυσιών, δεν οπισθοχώρησε ούτε μπροστά στο φάσμα της αποτεράτωσης αυτού του ιδίου: Ανέκαθεν τέρας μορφώσεως, είναι σήμερα -quis negat?- το ιερόν τέρας της σύγχρονης ελληνικής ποίησης. Κι όμως, μέσα στην τερατώδη μεγαλοσύνη του, παραμένει σεμνός. "Αδιαφιλονίκητα πρώτος μεταξύ πρώτων, αρνείται να ξεπεράσει τα όρια, που ο ίδιος έχει θέσει, με ένα άλμα που το δύναται. Σα να αντιπράττει τα συμφέροντά του, αποφεύγει τις περιστάσεις που τον συσταίνουν", όπως έγραψε εύστοχα ο Δ. Κολλέσης (περ. "Αγ. Αναστασία" τ. 9).
Σ' εκείνους, πάλι, τους κριτικούς, που επιμένουν να κατηγορούν τον Ευστάθιο Δαμίρα για φορμαλισμό, θα απαντήσουμε παραθέτοντας κάποιους -μάλλον διορατικότερους- μελετητές:
"[...] οι ποιητικές συνθήκες σήμερα δεν είναι ευνοϊκές για τους ποιητές. Ο ποιητικός λόγος, καθώς ο ελεύθερος στίχος έχει, όπως όλα δείχνουν, εξαντλήσει τις δυνατότητές του -πράγμα που ήταν αναπόφευκτο-, βρίσκεται σε κρίση. Είναι αυτό που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε κρίση του ελεύθερου στίχου. Οι κύριες έξοδοι από αυτή την κρίση είναι αδιέξοδες ποιητικά: είτε οδηγούν τον ελεύθερο στίχο στην πρόζα, δηλαδή τον βγάζουν έξω από την ποίηση, είτε τον πηγαίνουν πίσω στις έμμετρες μορφές, δηλαδή στο παρελθόν. Θέλω να πω: διαφορετικά απ' ότι στις αρχές του περασμένου αιώνα, όπου η έξοδος από την τότε κρίση -την κρίση της έμμετρης προσωδίας που οδήγησε στον ελεύθερο στίχο- ήταν ευδιάκριτη και ως εκ τούτου κοινή, στη σημερινή κρίση δεν είναι ορατή μια κεντρική, δηλαδή μια εκ βάθρων ανανεωτική, έξοδος. Υπάρχουν μόνο εδώ κι εκεί ορισμένα λιγότερο αδιέξοδα σημεία, και αυτά δυσδιάκριτα, κάποιο από τα οποία θα πρέπαι να ανακαλύψει κανείς για να μπορέσει να ανοίξει ένα μονοπάτι, μια δική του, προσωπική έξοδο προς μια πραγματική επαναμάγευση του ποιητικού λόγου" , έγραφε ο Νάσος Βαγενάς ("Βήμα της Κυριακής", 18/5/2003).
Και ο Ευστάθιος Δαμίρας, αρνούμενος να ακολουθήσει την ποίηση στην υπονομευτική δίνη όπου έχει παγιδευτεί με το πρόσχημα της απελευθέρωσής της από τα δεσμά της φόρμας, δεν επιστρέφει, αλλά θεσμοθετεί εκ νέου τους μορφικούς κανόνες του μέτρου και της ομοιοκαταληξίας, αποδεικνύοντας πως η μεστή ποιητική substantia δεν αποστειρώνεται ούτε ασφυκτιά όταν ο φορέας της θέτει υψηλά και αυστηρά φορμαλιστικά αιτήματα. Η ρήξη με το νατουραλισμό έδωσε μεν τη Guernica, αλλά έγινε και το άλλοθι της κενής φλυαρίας για τη σύγχρονη avant garde. Η Μόνα Λίζα, από την άλλη, δεν δείχνει να υποφέρει καθόλου μέσα στις νατουραλιστικές αξιώσεις.
"Σαν να θέλει να γκρεμίσει αυτό που όλοι οι άλλοι στη θέση του θέλουν να οικοδομήσουν", επισημαίνει ο Δ. Κολλέσης, και εξηγείται: "την αυτάρεσκη δηλαδή περιχαράκωση της αξίας του, μεταδίδοντας με αθέατο τρόπο ήθος που που δεν είναι δυνατόν να διασωθεί αλλοιώτικα, παρά με το παράδειγμα που φωνάζει: Να πώς ελευθερώνονται οι δεσμώτες!" (Δ. Κολλέσης, ο.π.) Ο οξυδερκέστερος ίσως μελετητής του Δαμιρείου έργου επισημαίνει, προλαμβάνοντας τους ρηχούς κήνσορες, ότι η ποίηση ελευθερώνεται ουχί παρηγορούμενη στη βρεφική ασυδοσία του "όλα επιτρέπονται", αλλά επωμιζόμενη με τόλμη την ευθύνη των νόμων της. Και, για να τελειώνουμε: Ποιός μπορεί να κατηγορήσει για φορμαλιστική αγκύλωση τον δημιουργό του "Λευκού Βιβλίου";
Ο λόγος όμως στον ποιητή...
Κωστής & Αντώνης Καναβούρας