Ευσταθίου Δαμίρα

Terra Sola

(προλογίζoυν: Κωστής & Αντώνης Καναβούρας)





"Rerum obscuritas, non verborum, facit ut non intellegatur oratio", είπε ο Κικέρων: η ασάφεια (ή, κυριολεκτικότερα, η σκοτεινότητα) των πραγμάτων, και όχι των λέξεων, κάνουν το λόγο ακατανόητο. Η φωνή του έρχεται από τα βάθη των αιώνων για να αποστομώσει όλους εκείνους που κατηγορούν τον Ευστάθιο Δαμίρα για μυστικοπάθεια, ερμητικά νοήματα και ασάφεια στον ποιητικό του λόγο.

    Ομως, ο Λόγος του Ευστάθιου Δαμίρα είναι τόσο καθαρός, που δε μπορεί να σπιλωθεί από κανέναν. Τόσο καθαρός, που γίνεται αόρατος, τουλάχιστον για όσους φοβούνται να ανοίξουν τα μάτια της ψυχής και το εννοιακό τους αισθητήριο. Πώς να εξηγήσει κανείς σε ανθρώπους εγκλωβισμένους στα όρια των χθεσινών ποιητικών συμβάσεων, ότι το άφατο "κάτι" ,του οποίου ο Ευστάθιος Δαμίρας γίνεται κοινωνός περιδιαβαίνοντας τις σφαίρες των εννοιών, δε μπορεί να περιγραφεί σε δημοσιογραφικό ρεπορτάζ; Και ότι το προϊόν της κατάδυσής του στα σκοτεινά βάθη της τερατότητος δε θα μπορούσε, αν ήθελε να είναι ειλικρινής με τον εαυτό του και τον αναγνώστη, να είναι ένα καλοφωτισμένο ενσταντανέ με ευκρινή πρόσωπα και ορισμένο φόντο, παρά μόνο μια σύνθεση από σκιές σ' ένα ακόμη πιο μελανό Hintergrund;

    Ωστόσο, μέσα σ' αυτό το ομιχλώδες έρεβος, το οξύ βλέμμα του Δαμίρα είναι σε θέση να διακρίνει κάθε τι, να ψηλαφήσει την ουσία του, να προσεγγίσει την αλήθεια του. Πλανώνται πλάνην οικτράν όσοι αποδίδουν στον Ευστάθιο Δαμίρα (θεωρώντας τον μάλιστα γι' αυτό το λόγο πρωτοπόρο!!) μια γκεσταλτική προσέγγιση της τερατότητος και του κόσμου εν γένει. Για τον ποιητή η ύπαρξη μιας και μοναδικής αλήθειας είναι δεδομένη, και το ερώτημα του Πόντιου Πιλάτου "Τι εστίν αλήθεια;" (Κατά Ιωάννην, κεφ. ΙΗ', στ.38) υφίσταται ως απλό ερώτημα μερικής αγνοίας, το οποίο μπορούμε και πρέπει να απαντήσουμε, χωρίς την υπονοούμενη αμφισβήτηση της αλήθειας ως έννοια. Ο Μπερκλεϋανός αφορισμός "esse est percipi" με τις επεξηγήσεις του, δηλαδή όλο το έργο των εμπειριστών, για το Δαμίρα δεν αποτελεί παρά μια δικαιολογία για άτολμα πνεύματα, που, ανίκανα να ανοίξουν τα φτερά τους και να περιπλανηθούν στις σφαίρες των ιδεών, μένουν βουτηγμένα στα θολά νερά του αγνωστικισμού, σ' ένα τέλμα όπου κάθε τους κίνηση τούς οδηγεί ακόμη πιο βαθειά...

    "Non cuivis homini contigit adire Corinthum" - Oύ παντός πλείν είς Κόρινθον, όπως είπε και ο Οράτιος. Ο Ευστάθιος Δαμίρας, ο πρώτος τερατωδός, στην προσπάθειά του να προσεγγίσει το μυστήριον της Ungeheuerlichkeit, δεν εφείσθη κόπων και θυσιών, δεν οπισθοχώρησε ούτε μπροστά στο φάσμα της αποτεράτωσης αυτού του ιδίου: Ανέκαθεν τέρας μορφώσεως, είναι σήμερα -quis negat?- το ιερόν τέρας της σύγχρονης ελληνικής ποίησης. Κι όμως, μέσα στην τερατώδη μεγαλοσύνη του, παραμένει σεμνός. "Αδιαφιλονίκητα πρώτος μεταξύ πρώτων, αρνείται να ξεπεράσει τα όρια, που ο ίδιος έχει θέσει, με ένα άλμα που το δύναται. Σα να αντιπράττει τα συμφέροντά του, αποφεύγει τις περιστάσεις που τον συσταίνουν", όπως έγραψε εύστοχα ο Δ. Κολλέσης (περ. "Αγ. Αναστασία" τ. 9).

    Σ' εκείνους, πάλι, τους κριτικούς, που επιμένουν να κατηγορούν τον Ευστάθιο Δαμίρα για φορμαλισμό, θα απαντήσουμε παραθέτοντας κάποιους -μάλλον διορατικότερους- μελετητές: "[...] οι ποιητικές συνθήκες σήμερα δεν είναι ευνοϊκές για τους ποιητές. Ο ποιητικός λόγος, καθώς ο ελεύθερος στίχος έχει, όπως όλα δείχνουν, εξαντλήσει τις δυνατότητές του -πράγμα που ήταν αναπόφευκτο-, βρίσκεται σε κρίση. Είναι αυτό που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε κρίση του ελεύθερου στίχου. Οι κύριες έξοδοι από αυτή την κρίση είναι αδιέξοδες ποιητικά: είτε οδηγούν τον ελεύθερο στίχο στην πρόζα, δηλαδή τον βγάζουν έξω από την ποίηση, είτε τον πηγαίνουν πίσω στις έμμετρες μορφές, δηλαδή στο παρελθόν. Θέλω να πω: διαφορετικά απ' ότι στις αρχές του περασμένου αιώνα, όπου η έξοδος από την τότε κρίση -την κρίση της έμμετρης προσωδίας που οδήγησε στον ελεύθερο στίχο- ήταν ευδιάκριτη και ως εκ τούτου κοινή, στη σημερινή κρίση δεν είναι ορατή μια κεντρική, δηλαδή μια εκ βάθρων ανανεωτική, έξοδος. Υπάρχουν μόνο εδώ κι εκεί ορισμένα λιγότερο αδιέξοδα σημεία, και αυτά δυσδιάκριτα, κάποιο από τα οποία θα πρέπαι να ανακαλύψει κανείς για να μπορέσει να ανοίξει ένα μονοπάτι, μια δική του, προσωπική έξοδο προς μια πραγματική επαναμάγευση του ποιητικού λόγου" , έγραφε ο Νάσος Βαγενάς ("Βήμα της Κυριακής", 18/5/2003).

    Και ο Ευστάθιος Δαμίρας, αρνούμενος να ακολουθήσει την ποίηση στην υπονομευτική δίνη όπου έχει παγιδευτεί με το πρόσχημα της απελευθέρωσής της από τα δεσμά της φόρμας, δεν επιστρέφει, αλλά θεσμοθετεί εκ νέου τους μορφικούς κανόνες του μέτρου και της ομοιοκαταληξίας, αποδεικνύοντας πως η μεστή ποιητική substantia δεν αποστειρώνεται ούτε ασφυκτιά όταν ο φορέας της θέτει υψηλά και αυστηρά φορμαλιστικά αιτήματα. Η ρήξη με το νατουραλισμό έδωσε μεν τη Guernica, αλλά έγινε και το άλλοθι της κενής φλυαρίας για τη σύγχρονη avant garde. Η Μόνα Λίζα, από την άλλη, δεν δείχνει να υποφέρει καθόλου μέσα στις νατουραλιστικές αξιώσεις.
"Σαν να θέλει να γκρεμίσει αυτό που όλοι οι άλλοι στη θέση του θέλουν να οικοδομήσουν", επισημαίνει ο Δ. Κολλέσης, και εξηγείται: "την αυτάρεσκη δηλαδή περιχαράκωση της αξίας του, μεταδίδοντας με αθέατο τρόπο ήθος που που δεν είναι δυνατόν να διασωθεί αλλοιώτικα, παρά με το παράδειγμα που φωνάζει: Να πώς ελευθερώνονται οι δεσμώτες!" (Δ. Κολλέσης, ο.π.) Ο οξυδερκέστερος ίσως μελετητής του Δαμιρείου έργου επισημαίνει, προλαμβάνοντας τους ρηχούς κήνσορες, ότι η ποίηση ελευθερώνεται ουχί παρηγορούμενη στη βρεφική ασυδοσία του "όλα επιτρέπονται", αλλά επωμιζόμενη με τόλμη την ευθύνη των νόμων της. Και, για να τελειώνουμε: Ποιός μπορεί να κατηγορήσει για φορμαλιστική αγκύλωση τον δημιουργό του "Λευκού Βιβλίου";
Ο λόγος όμως στον ποιητή...

Κωστής & Αντώνης Καναβούρας   






Ο Ουρανοξύστης

Σ' έναν ψηλό ουρανοξύστη,
μουντό και γκρίζο κατοικώ,
έργο ανόσιο, φρικτό,
κάποιου του Εωσφόρου μύστη.

Η Μαύρη Τέχνη του μεγίστη:
Μόλις τις πόρτες του διαβώ,
προς τον Πανάγαθο Θεό
νοιώθω να χάνω κάθε πίστη.

Πλήθος με τριγυρνά λαών,
με τις Βαβέλ το πλήθος μοιάζει-
αλλά βουβό. Κι όταν τ' αγιάζι

διά μέσου των φωταγωγών
περνά, κι ουρλιάζουν τα μπετόν, 
το Είναι μου ανατριχιάζει.






Η Σήραγγα

Δίπλα στο σπίτι μου μια σήραγγα αρχίζει,
συνέχεια μπαίνουν λεωφορεία και ΙΧ.
Την έξοδό της πουθενά δεν έχω βρει,
όσο κι αν έψαξα. Μήν τα εξαφανίζει;

Μήπως στα Τάρταρα, στης Γης βγάζει τα βάθη;
Στην είσοδό της δεν υπάρχει πινακίς -
και πώς να τό 'γραφε; Δε θά 'μπαινε κανείς...
Οποιος δε ρώτησε πριν μπει, καλά να πάθει!






Μέρες Βροχής ΙΙ

Στο δρόμο δεν πατά ψυχή.
Από νωρίς πέφτει βροχή,
τουλούμια κατεβάζει.

Γίναν τα σύννεφα κρουνοί,
οι τζαμαρίες ποταμοί
και λίμνη το περβάζι.

Μα δε μου καίγεται καρφί,
κι ούτε ακούω πια ΕΜΥ:
ας ρίξει και χαλάζι,

ας έρθουνε κατακλυσμοί.
Καινούρια έφτιαξα σκεπή,
σταγόνα πια δε μπάζει.






Ο Καημός του Γριππικού


Αλγώ τον σβέρκον και την ράχην,
σφόδρα αλγώ την κεφαλήν,
έχω δε βήχαν και κυνάγχην 
και της ρινός καταρροήν.

Μετήλθον πλείστων όσων μέσων
ίνα γοργά θεραπευθώ,
κάθιδρος όμως και πυρέσσων
έτι κλινήρης διατελώ.

Δεν ξεύρω άλλο τι να κάνω,
πλέον απωλέσθη πάσα ελπίς 
κι ούτω, φοβούμαι, θ' αποθάνω.

Φίλοι θα κλαιν και συγγενείς.
"Στ' άνθος της νιότης του επάνω",
θα λέγουνε, "ο δυστυχής!"






Τhe Elephant Man

Στον Friedrich David von Recklinghausen

Στο καφενείο δεν πατώ, παρ' ότι μαιτρ της πρέφας,
ένεκα της ασχήμιας μου. Τους είμαι απεχθής!
Οι πάντες με αποκαλούν "Ο Ανθρωπος Ελέφας".
Κουκούλα στο κεφάλι μου φορώ ολημερίς,

να μή με βλέπουν τα μικρά παιδάκια και τρομάζουν,
πού 'χουν ακόμη εύθραυστη και εύπλαστη ψυχή-
αφού στεριά την πλάσουνε, κι αυτά θα με πειράζουν...
Σκληρή κι αν είν' η μοίρα μου, την έχω αποδεχθεί.

Μον' άπαξ  απελπίστηκα, ντρέπομαι να το είπω:
Τον ασιάτη ελέφαντα σαν πήγα για να δω,
που ζει στον ζωολογικόν της πόλης μας τον κήπο,
το βλέμμα του μ' απέστρεψε με τρόμο φανερό.

Οικολογικόν

Δεν είναι πρέπον και αρμόζον
να καταστρέφουμε το όζον.
Οταν διευρυνθεί η οπή
από το φρέον και τα σπρέυ,
ο ήλιος φονικός θα καίει.
Η φύσις θα εκδικηθεί!


Ο μελετηρός

Είμαι πολύ μελετηρός,
θέλω να γίνω γαρ γιατρός.
Ολημερίς διαβάζω 
στο σπουδαστήριο κυφός.
Του ήλιου δε με βλέπει φως, 
στα σκοτεινά μονάζω.

Ιδού, ο "φέρελπις βλαστός
της οικογένειας". Πιστός
στο όνομά μου μοιάζω
με άνθος. Κάποιοι συνεχώς
νερό μ' αλλάζουν - προσεχώς
θα μου αλλάξουν βάζο...





Ο Λύκος του ΑΧΕΠΑ

Ο Ερμαν Εσσε, μερικές φορές θαρρώ,
για 'μένα έγραψε το "Λύκο απ' τη Στέππα".
Ω, μόνο αν μ' έβλεπε καμιά φορά στ' ΑΧΕΠΑ
μες στη λευκή μου την προβιά να περπατώ

κι από φιλάνθρωπες ιδέες πλανημένος
νέους και γέρους ασθενείς να βοηθώ,
ενώ στα σπλάχνα μου γρυλλίζει το θεριό
κι ανοιγοκλείνει τα σαγόνια του με μένος!

Ας ήταν δάσος σκοτεινό η κλινική!
Πίσω απ' τα δέντρα θα τους έστηνα καρτέρι
κι αντί για δόντια, με ατσάλινο νυστέρι
θα τους στερούσα απ' τη δόλια τους ζωή-

την όση πια στον τόπο αυτό τους έχει μείνει...
Κόκκαλα κι άντερα θα σκόρπιζα στη γη,
κι ύστερα, σπάζοντας της νύχτας τη σιγή,
με ουρλιαχτό βαθύ θα υμνούσα τη σελήνη!


Arachnophobia

Araneolae rete textunt
ut si qui ihaeresit conficiant
Cicero

Μες στην εωθινή δροσιά, στου πρωινού την πάχνη,
δροσοσταλίδες κρέμονται σ' αόρατον ιστό.
Αυτός που κάθε χαραυγή μαστορικά τον φτιάχνει,
παράπλευρά του κρύβεται με βλέμμα σκοτεινό.

Πανέτοιμος καραδοκεί ο Ανθρωπος-Αράχνη
το θύμα το επόμενο: ξενύχτη χθεσινό, 
που με τη μνήμη του θολή κάποιο σοκάκι ψάχνει,  
ή κάποιον που για τρέξιμο ξυπνά μες στο πουρνό.

Διαβάτη που κινάς νωρίς, πρόσεχε πού πηγαίνεις!
Στα δίχτυα του όταν πιαστείς, δεν έχεις γλιτωμό.
Πόδια θα σε τυλίξουνε με δύναμη μεγγένης

-αν τα μετρήσεις, θα τα βρείς οκτώ τον αριθμό.
Για μια στιγμή εγρήγορσης φτωχής και μειωμένης,
θα σου υφάνει σάβανο λευκό, μεταξωτό.



Frankenstein

Ειν' ένας πύργος φραγκικός σε κάποιο μέρος
ψηλά στις Αλπεις. Εκεί τέρας ζει φρικτό.
Πνοή δεν τού 'δωσε ο Θεός μηδέ ο Ερως,
μα κάποιος δόκτωρ με δαιμόνιο μυαλό.

Από ανθρώπινα το έπλασε συντρίμμια,
πτωμάτων μέλη- ήταν έτσι φυσικό,
που η μακάβριος του τέρατος ασχήμια
βίο τ' ανάγκασε να ζει μοναχικό.

Χωρίς αγάπη και στοργή, δεν απορώ, που
κατέστη βίαιο, κακόβουλο κι αισχρό.
Πλέον για τίποτε δε δείχνει σεβασμό,

είναι το φόβητρο κι η μάστιγα του τόπου.
Ποιός θα το κρίνει; Εργο είναι του ανθρώπου,
θύμα και θύτης του. Δεν το κατηγορώ.


Ο Νυκτομετρητής

-Longum est omnia enumerare-

Δεν κλείνω μάτι- όλη νύχτα ξαγρυπνώ!
Χιλιάδες μέτρησα αρνιά ένα προς ένα,
μετά τα κούρεψα -τ' αναθεματισμένα
στιγμή δεν κάθονταν! Μα τέλειωσε κι αυτό.

Μέτρησα τ' άστρα που κοσμούν τον ουρανό,
σελιδαρίθμησα το "Libro de Arena"-
τόσα μετρήματα, δεν έπιασε κανένα.
Μόνο τις ώρες της αγρύπνιας δε μετρώ.

Να φταίει το άγχος μου, της ύπαρξης το stress;
Νά 'ναι το σύμπτωμα αρχόμενης μανίας;
Του απογεύματος μην φταίει ο καφές; 

Η μήπως έχω πέσει θύμα βασκανίας;
Πολλές υπάρχουν εξηγήσεις πιθανές:
Θα τις μετράω μέχρι φυλακής πρωίας.

Σ.τ.Ε.
"Libro de Arena": Ο Ευστ. Δαμίρας αναφέρεται στο "Βιβλίο της Αμμου", αποκύημα της φαντασίας του J.L.Borges, (βλ. το ομώνυμο αφήγημα στην ομώνυμη συλλογή), ένα βιβλίο με δυνητικά άπειρες σελίδες, ευρισκόμενες σε διάταξη τυχαία και μεταβαλλόμενη σε κάθε νέο άνοιγμα του βιβλίου.


Ist Was?

Στον Jakob van Hoddis

Σ' αυτό τον κόσμο, τον τρανό, μα τόσο λίγο,
τον αχανή, που μέσα του όμως δε χωρώ,
κάθε στιγμή πώς καταφέρνω απορώ 
και το πικρό παράπονό μου καταπνίγω.

Τί κι αν ο κόσμος είναι τόσο μακρυά;
Τί κι αν ο κόσμος είναι μόνο στο μυαλό μου;
Σαν τον σκεφτώ, και μόνο η σκέψη του πονά,
δεν ξέρω ποιον -δεν ξέρω πια τι 'ναι δικό μου,

Δεν ξέρω ούτε καν αν έχω εαυτό:
Μου είναι τούτη η ιδέα τόσο ξένη,
πιο ξένη ίσως κι από τούτο το γραπτό.
Κάποιου άλλου μοίρα στη γωνιά με περιμένει...


Adieu Phrenopathique

Φεύγω! Ισως και ν' αργήσω...
Αμα δε σε ξαναδω,
ξέρε: θα μεγαλουργήσω
σ΄όποιον τόπο κι αν βρεθώ.

Μη μου κλαίς, κι εγώ σου τάζω
να σου γράφω τακτικά.
Μή γελάς, θα πάθεις κάζο
αν ποτέ με δεις ξανά.

Κεντρική Σελίδα